Κύριο
Α. Δ. Παπαγιαννίδη
Διευθυντή Εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος»
Κύριε Διευθυντά,

Σε δημοσίευμα συνεργάτη της εφημερίδας σας της 29/5/2008 σχετικά με τις εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια με τίτλο «Η άλυτη αντίφαση» αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα «το 1997 ο Γ. Αρσένης θεσμοθέτησε εξετάσεις σε 13-14 μαθήματα στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου …» και «Το χειρότερο σύστημα φαίνεται να είναι αυτό που θεσμοθέτησε ο Γ. Αρσένης … Το σύστημα αυτό, εκτός του ότι μετατρέπει το σχολείο σε έναν εξεταστικό λαβύρινθο εκτοξεύοντας το κόστος των εξετάσεων και απαξιώνοντας όποιο μάθημα δεν εξετάζεται, εμπεριέχει και μια άμεση σύνδεση του σχολείου με τη μικροπολιτική.»

Aπ΄ ότι φαίνεται, ο συντάκτης του άρθρου, αν και εκπαιδευτικός ερευνητής, δεν έχει ούτε καν διαβάσει τα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης 1996-1999. Γι΄ αυτό, προκειμένου οι αναγνώστες σας να έχουν σωστή ενημέρωση, είναι χρέος μου να υπενθυμίσω τα ακόλουθα:

Ο συντάκτης υπονοεί ότι οι εξετάσεις στα 13 μαθήματα του Λυκείου θεσμοθετήθηκαν πρώτη φορά με τη μεταρρύθμιση 1996-1999 κάτι που φυσικά δεν αληθεύει. Οι εξετάσεις αυτές προϋπήρχαν της μεταρρύθμισης και εξακολουθούν να γίνονται και σήμερα. Αυτό που άλλαξε ήταν ο τρόπος εξέτασης των μαθημάτων: έγινε σε κοινά θέματα σε όλα τα σχολεία και η αξιολόγηση των γραπτών από καθηγητές που δεν αναγνώριζαν την ταυτότητα του εξεταζομένου. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίσθηκε ένα αντικειμενικό, αξιόπιστο και δίκαιο σύστημα αξιολόγησης που αναβαθμίζει και προσδίδει εγκυρότητα στο Απολυτήριο του Ενιαίου Λυκείου.

Η αλλαγή αυτή ήταν ένας από τους τρόπους για την υλοποίηση ενός από τους βασικούς στόχους της μεταρρύθμισης, της αναβάθμιση της ποιότητας των σπουδών στο Λύκειο, που επετεύχθη μέσα από καινοτόμες δράσεις: νέα αναλυτικά προγράμματα σπουδών και βιβλία που βασίζονταν στο ενιαίο πλαίσιο προγράμματος σπουδών δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου, το πολλαπλό βιβλίο, τη δημιουργία για πρώτη φορά σχολικών βιβλιοθηκών και εργαστηρίων και μέσα από ένα σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης του μαθητή που για πρώτη φορά με το συνδυασμό διαφορετικών τεχνικών αξιολόγησης (διαγνωστικά τεστ, προφορικές και γραπτές εξετάσεις, εργασίες, φάκελο μαθησιακών δραστηριοτήτων, τεστ δεξιοτήτων) μετέθεσε την έμφαση από την αποτίμηση της αποστήθισης γνώσεων στην αξιολόγηση της κριτικής ικανότητας και της συνθετικής και δημιουργικής σκέψης των μαθητών.

Με το έγκυρο και αναβαθμισμένο απολυτήριο Ενιαίου Λυκείου, ήταν πλέον ανοικτή η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για όλους τους κατόχους του που μπόρεσε να πραγματοποιηθεί μέσα από τη σταδιακή αύξηση του αριθμού των εισακτέων στα υπάρχοντα τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ και την ταυτόχρονη δημιουργία νέων τμημάτων (οι θέσεις εισακτέων αυξήθηκαν από 49.638 το 1996 σε 85.051 το 2000, πάνω δηλαδή από τον αριθμό των αποφοίτων του Ενιαίου Λυκείου). Οι εισαγωγικές για τα πανεπιστήμια εξετάσεις καταργήθηκαν, μαζί με τις δέσμες, με τον νόμο 2525/97.

Τέλος, σχετικά με τα της «εκτόξευσης του κόστους των εξετάσεων», προκειμένου να ανακουφιστεί η ελληνική οικογένεια από τις υπέρογκες πράγματι δαπάνες της παραπαιδείας θεσμοθετήθηκε η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη, η δωρεάν δηλαδή, από το δημόσιο σχολείο, βοήθεια σε ασθενέστερους μαθητές με μαθησιακά κενά. Η πρόσθετη διδακτική στήριξη γινόταν από έμπειρους καθηγητές, σε ολιγομελή τμήματα 5-10 ατόμων, μέσα στο σχολείο, μετά τις ώρες της κανονικής του λειτουργίας (τη σχολική χρονιά 1998 – 1999 συμμετείχαν 9.000 καθηγητές και τα μαθήματα παρακολούθησαν 56.000 μαθητές!).

Το πρόβλημα λοιπόν που πρέπει να εξετασθεί από έναν ερευνητή δεν αφορά στην εφαρμογή της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης 1996-1999, αλλά στους παράγοντες που συμμάχησαν για την αποδόμησή της μετά το 2000.

Με την παράκληση της κατά νόμο δημοσίευσης της παρούσας.
Γεράσιμος Δ. Αρσένης
πρώην Υπουργός Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων

Print this pageEmail this to someoneShare on FacebookTweet about this on TwitterPin on PinterestShare on Google+Share on LinkedIn