Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Νομίζω ότι οι πολίτες που μας παρακολουθούν θα ήθελαν αυτή η συζήτηση να έριχνε φως σε καίρια ερωτήματα που τους απασχολούν:
Υπάρχουν εναλλακτικές σύνταξης του προϋπολογισμού;
Γιατί επελέγη η συγκεκριμένη εναλλακτική από την Κυβέρνηση;
Ποιος ωφελείται και ποιος σηκώνει το βάρος του προϋπολογισμού;
Ποιος είναι ο αναδιανεμητικός και αναπτυξιακός χαρακτήρας του προϋπολογισμού;
Σε ποιο συγκεκριμένο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα εντάσσεται αυτός ο προϋπολογισμός για την καταπολέμηση της ανεργίας και του πληθωρισμού και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής;
Φοβάμαι ότι γι΄ αυτά τα θέματα είμαστε ελάχιστα διαφωτιστικοί. Η σχεδόν τελετουργική διαδικασία που ακολουθούμε – σειρά μονολόγων – δεν βοηθάει τον πολίτη να αξιολογήσει τις πολιτικές επιλογές. Αντίθετα, φοβάμαι ότι επιφέρει σύγχυση. Ελπίζω η αναθεώρηση του Συντάγματος να καθιερώσει μια άλλη διαδικασία κύρωσης του προϋπολογισμού ώστε να εξασφαλίζεται, στο μέλλον, ουσιαστική συζήτηση και αξιολόγηση.
Στο λίγο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου θα περιορισθώ, κατ΄ ανάγκη, σε μερικά σχόλια που αφορούν τη λεγόμενη «μεσαία τάξη». Έχω την εντύπωση ότι δεν έχει επαρκώς εκτιμηθεί ότι ένα μεγάλο μέρος αυτής της τάξης συνθλίβεται τα τελευταία χρόνια και οδεύει προς το χώρο των νεόπτωχων. Ας σημειώσω, παρενθετικά, ότι οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται ποτέ με χειμαζόμενη μεσαία τάξη. Μιλάω για τους μισθωτούς, τους επαγγελματίες και συνταξιούχους και κυρίως γι΄ αυτούς με ετήσια εισοδήματα μεταξύ 18.000 -30.000 €. Είναι περίπου 1,5 εκ. οικογένειες.
Πιστεύω ότι ο καλύτερος τρόπος για να σας μεταφέρω τους προβληματισμούς αυτής της κατηγορίας των πολιτών είναι να σας διαβάσω αποσπάσματα επιστολής που έλαβα από έναν πολίτη που ανήκει στην κατηγορία αυτή. Διαβάζω λοιπόν:
«Διάβασα την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2007 και έχω καταλήξει σε ορισμένα συμπεράσματα. Έχω και μερικά ερωτήματα τα οποία θα επιθυμούσα να απαντηθούν. Παρατηρώ ότι το εθνικό εισόδημα προβλέπεται να αυξηθεί σημαντικά, θα δημιουργηθεί δηλαδή νέος πλούτος της τάξης του 13,8 δις €. Η Έκθεση δεν μας εξηγεί πού δημιουργείται αυτός ο πλούτος και πώς κατανέμεται. Επειδή είμαι ενεργό μέλος της παραγωγικής διαδικασίας και δεν αισθάνομαι ότι το δικό μου εισόδημα αυξάνεται, συμπεραίνω ότι θα συνεχισθεί η διαχρονική τάση άνισης κατανομής του εισοδήματος εις βάρος των εργαζομένων.
Μας λέτε ότι ο προϋπολογισμός οφείλει να είναι αναδιανεμητικός, να αντισταθμίζει δηλαδή αυτές τις ανισότητες. Είναι όμως έτσι; Ας δούμε:
Ο προϋπολογισμός καλύπτει ένα σχετικά μικρό μέρος της αύξησης του εθνικού εισοδήματος, 3,6 δις €, που είναι το σύνολο της αύξησης των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης. Σημειώνω ότι η συμμετοχή της Κυβέρνησης στο Εθνικό Εισόδημα μειώνεται. Συγκεκριμένα, ενώ το Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΠ) αυξάνεται κατά 7,1%, οι συνολικές δαπάνες του κράτους αυξάνονται κατά 6,2%.
Τι σημαίνει αυτή η μειωμένη παρουσία του Κράτους; Σίγουρα δεν σημαίνει ότι ο προϋπολογισμός ικανοποιεί όλες τις απαραίτητες ανάγκες του κοινωνικού συνόλου. Ακόμα και πρόσφατα, η κυβέρνηση αρνήθηκε να καταβάλει υπεσχημένα και απέρριψε αιτήματα καταβολής υπεσχημένων επιδομάτων στους εκπαιδευτικούς, με τον ισχυρισμό ότι οι δαπάνες έχουν αγγίξει το ανώτατο επιτρεπτό όριο. Συμπεραίνω λοιπόν ότι η ικανοποίηση βασικών αναγκών απαιτεί – και θα απαιτεί στο μέλλον – σημαντική αύξηση των δαπανών. Η ιδεοληψία περί μικρότερου κράτους, υπό τη μορφή μείωσης των δαπανών, είναι μια επικίνδυνη χίμαιρα.
Γνωρίζουμε ότι το όριο των δαπανών προσδιορίζεται, κατά κύριο λόγο, από την φορολογική ικανότητα του κράτους. Και αυτό με φέρνει στο σκέλος των φορολογικών εσόδων. Τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται κάπως περισσότερο από τις δαπάνες. Σε απόλυτους αριθμούς αυξάνονται κατά 3,5 δις €. Η σύνθεση όμως αυτής της αύξησης μου προκάλεσε σοκ. Τι διαπιστώνω;
Οι φόροι εισοδήματος αυξήθηκαν μόνο 4%, ενώ το εθνικό εισόδημα αυξήθηκε 7,1%. ΣΕ απόλυτους αριθμούς, οι φόροι εισοδήματος αυξήθηκαν μόνον κατά 590 εκ. €. Γιατί;
Δείτε τώρα την κατανομή αυτών των εσόδων, για να κατανοήσετε την αγανάκτησή μου: 620 εκ. € είναι οι φόροι από φυσικά πρόσωπα, φόροι δηλαδή που πληρώνω εγώ. Μια αύξηση 6,8%. Από την άλλη μεριά, οι επιχειρήσεις πλήρωσαν μόνον 120 εκ. €, μια αύξηση μόλις 2,7€ ! Παρενθετικά σημειώνω ότι κάποιες «ειδικές κατηγορίες» – δεν ξέρω ποιες είναι αυτές – θα ευτυχήσουν γιατί οι φόροι τους μειώνονται κατά 150 εκ. €.
Το κεντρικό ζήτημα που θέλω να θέσω είναι γιατί αυτή η άνιση μεταχείριση ανάμεσα στα εισοδήματα από εργασία και εισοδήματα από κέρδη κεφαλαίου;
Οι συντελεστές φορολογίας των μερισμάτων είναι μηδέν, ενώ σε άλλες χώρες που πάνε καλά στις επενδύσεις, όπως η Ιρλανδία είναι 42%. Επίσης, χρηματιστηριακά κέρδη ή κέρδη από αμοιβαία κεφάλαια δεν υπόκεινται σε φορολογία. Δεν βλέπω κανένα λόγο οικονομικής φύσης που να δικαιολογεί αυτή την κατάφορα άνιση μεταχείριση.
Επισήμανα ήδη ότι ο πλούτος θα αυξηθεί το 2007. Βλέπω γύρω μου χλιδή και πλούτο. Όμως ο φόρος περιουσίας αυξάνεται μόνον κατά 20 εκ.€ Αυτό δεν είναι εμπαιγμός;
Γνωρίζω ότι στη χώρα μας ισχύει το παράδοξο ότι τα έσοδα προέρχονται κυρίως από έμμεσους φόρους που αυξάνονται κατά 8,8% (δηλαδή κατά 2,3 δις €). Οι φόροι αυτοί, όμως πέφτουν δυνανάλογα επάνω μου, γιατί εγώ καταναλώνω το σύνολο του εισοδήματός μου και για να διατηρήσω ένα ιστορικό επίπεδο διαβίωσης είμαι και χρεωμένος.
Με αυτά τα λίγα νούμερα που σας παραθέτω προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ο προϋπολογισμός αυτός στηρίζεται στους δικούς μου τους ώμους, χρηματοδοτείται από τους δικούς μου τους πόρους.
Τι αποδίδει σε μένα αυτός ο προϋπολογισμός; Μελέτησα με μεγάλη απογοήτευση το σκέλος των δαπανών. Ουσιαστικά, συντηρείται η σύνθεση των προηγουμένων προϋπολογισμών. Είναι ένας τυφλοσούρτης. Η μόνη αξιόλογη διαφοροποίηση είναι η αύξηση για την κοινωνική ασφάλιση, για την αύξηση δηλαδή των συντάξεων του ΟΓΑ και του ΕΚΑΣ, κατά 13,1%. Επικροτώ αυτή την αύξηση αλλά σημειώνω, με λύπη μου, ότι η αύξηση αυτή, επιτυγχάνεται με συμπίεση των δαπανών για την Παιδεία και την Υγεία. Έτσι, οι δαπάνες για την εκπαίδευση αυξάνονται μόνον κατά 6,1%, για την Υγεία μόνον κατά 4,1% ενώ το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 7,1%. Τα κονδύλια αυτά όμως έχουν ιδιαίτερη σημασία για μένα. Έχω παιδιά στο σχολείο και ασθενείς γονείς. Η υποβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών σ΄ αυτούς τους τομείς, με υποχρεώνει να καλύψω τις ελλείψεις από το δικό μου συρρικνούμενο εισόδημα.
Λυπάμαι, αλλά οφείλω να δηλώσω ότι αυτός ο προϋπολογισμός, όπως και οι προηγούμενοι, αφαιρεί πόρους από μένα για τους άλλους. Γιατί να τον στηρίξω;»
Μου γράφει και άλλα με τα οποία δεν θα σας απασχολήσω. Θα αναφερθώ όμως σε ένα κεντρικό ερώτημα που θέτει και που πρέπει να απαντήσουμε:
Μέχρι πότε θα συνεχισθεί αυτή η ιστορία; Υπάρχει προοπτική άρσης αυτής της άνισης και άδικης μεταχείρισης;
Ας του απαντήσουμε λοιπόν ειλικρινά: Ποτέ, όσο συνεχίζεται η ίδια πολιτική προσέγγιση. Μάλιστα, αν συνεχίσουμε την ίδια πολιτική τα δεινά είναι μπροστά μας.
Υπάρχει όμως διέξοδος: να αλλάξουμε πολιτική σε δύο τομείς, στη Φορολογία και στη Δημόσια Διοίκηση. Έχουμε ανάγκη μιας ριζικής αλλαγής του φορολογικού μας συστήματος για διεύρυνση της φορολογικ΄ςη βάσης και δίκαη κατανομή των βαρών. Οι φορολογικές διατάξεις που πρόσφατα ψηφίσθηκαν μας πάνε σε αντίθετη κατεύθυνση. Αν συγκλίνουμε στη μέση Ευρωπαϊκή επίδοση δεν θα έχουμε δημοσιονομικό πρόβλημα. Η γραφειοκρατική διαχείριση του Δημόσιου τομέα οδηγεί σε νομοθετημένες δυσλειτουργίες και σπατάλες. Με τα ίδια χρήματα, μπορούμε να επιτύχουμε πολλά περισσότερα αν τολμήσουμε μια εκ βάθρων αλλαγή του συστήματος διακυβέρνησης του Δημόσιου Τομέα, μια ριζική κανονιστική μεταρρύθμιση.
Δυστυχώς, ο προϋπολογισμός έχει γυρίσει τις πλάτες του σ΄ αυτές τις αναγκαιότητες. Για όλους αυτούς τους λόγους, καταψηφίζω τον προϋπολογισμό γιατί συντηρεί τα αδιέξοδα, δεν τολμά να προχωρήσει σε τομές και συσσωρεύει δεινά στο μέλλον.

Print this pageEmail this to someoneShare on FacebookTweet about this on TwitterPin on PinterestShare on Google+Share on LinkedIn