Σε σημερινή του ραδιοφωνική συνέντευξη στο σταθμό ΣΚΑΙ και τους δημοσιογράφους Χάρη Μπότσαρη και Αριστέα Μπουγάτσου, ο πρώην Υπουργός Γεράσιμος Αρσένης είπε μεταξύ άλλων τα εξής:

«Παρακολουθώ με ανησυχία τις τελευταίες εξελίξεις. Δε μου αρέσει ούτε η τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα ούτε και η μορφή του λεγόμενου διαλόγου. Εκτιμώ ιδιαίτερα τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο, αλλά πρέπει να σας πω ότι με ξάφνιασε και με απογοήτευσε η θέση του (περί προσφυγής στη Χάγη). Νομίζω ότι είχε διατυπώσει τις θέσεις αυτές και στο παρελθόν. Είναι, ωστόσο, μία λάθος τοποθέτηση σε λάθος χρόνο. Ο κ. Στεφανόπουλος άνοιξε θέματα, τα οποία δε διευκολύνουν τη σφυρηλάτηση μιας εθνικής μας στρατηγικής αυτήν τη στιγμή. Η πάγια θέση μας ήταν ότι διαφορά υπάρχει όταν δύο μέρη συμφωνούν ότι υπάρχει διαφορά και μέχρι στιγμής είχαμε πει ότι η μόνη διαφορά που υπάρχει είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Τώρα με την παρέμβασή του ο κ. Στεφανόπουλος αναβαθμίζει τις μονομερείς διεκδικήσεις της Τουρκίας σε διαφορές και προτρέπει ουσιαστικά να λύσει ένα πολιτικό δικαστήριο στη Χάγη θέματα τα οποία είναι της ευθύνης της κυβέρνησης να τα χειριστεί ως εθνικά θέματα. Αυτό είναι μία ανατροπή της θέσης μας. Ο κ. Στεφανόπουλος θα μπορούσε να γνωστοποιήσει αυτές τις απόψεις του κατ΄ ιδίαν στα πολιτικά κόμματα και στον πολιτειακό παράγοντα. Ανοίγοντας αυτό το θέμα αυτήν τη στιγμή που η Τουρκία αντιμετωπίζει συγκεκριμένα προβλήματα, νομίζω ότι δημιουργούμε προβλήματα για τον ίδιο τον εαυτό μας.»
(……)

«Θέματα χειρισμών και τακτικής στη διπλωματία δε συζητιούνται με αυτόν τον τρόπο. Εάν τα κόμματα έχουν απόψεις, εάν κάποιοι πιστεύουν ότι πρέπει να αλλάξουμε πολιτική στα εθνικά μας θέματα, υπάρχουν άλλοι τρόποι να τα συζητήσουμε. Μπορεί να συζητηθεί σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων υπό την προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας. Το να βγάζουμε στη φόρα τις διαπραγματευτικές μας κινήσεις δεν ενδείκνυται. Ο κ. Στεφανόπουλος θα μπορούσε να επικοινωνήσει απευθείας με τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων. Επιπλέον, δεν έχει γίνει ενημέρωση περί του τι ακριβώς πρόκειται, του τι έχει γίνει. Αν η πολιτική που ακολουθήσαμε μέχρι σήμερα, όπως λέει ο κ. Στεφανόπουλος, δεν έχει αποδώσει, θα πρέπει να δούμε το γιατί. Ποιοι ήταν οι πολιτικοί χειρισμοί που ακολουθήσαμε που δεν ήταν οι ενδεδειγμένοι. Αυτή η συζήτηση πρέπει να προηγηθεί των προτάσεων. Έπειτα, το να παραπέμψουμε όλα τα θέματα στη Χάγη, ας πούμε στον κόσμο περί τίνος πρόκειται, για να καταλάβει ποια είναι τα θέματα που θα παραπέμψουμε πέρα από την υφαλοκρηπίδα. Δηλαδή, θα ζητήσουμε από ένα πολιτικό δικαστήριο – μετά από συνεννόηση με την Τουρκία – την άδεια αν θα έχουμε άμυνα στα νησιά μας, τη στιγμή που η Τουρκία διατηρεί το καθεστώς του casus belli εναντίον μας, με άλλα λόγια μας απειλεί στο Αιγαίο; Δηλαδή θα υποθηκεύσουμε την εθνική μας πολιτική σε κάποια απόφαση του Δικαστηρίου; Αυτό είναι θέμα εθνικό που θα το χειριστεί το ελληνικό έθνος. Επίσης, για τα χωρικά ύδατα, εμείς έχουμε το δικαίωμα βάσει του διεθνούς δικαίου της θάλασσας να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα μέχρι 12 ν.μ. Και αυτό είναι θέμα μονομερούς απόφασης της Ελλάδας. Θα ζητήσουμε να αποφασίσει για εμάς ένα Δικαστήριο; Δεν είναι κάτι που εμείς θα το κρατήσουμε ως δικαίωμα και θα το αξιοποιήσουμε στο βαθμό που θέλουμε και όταν θέλουμε να το αξιοποιήσουμε; Αυτά τα θέματα πρέπει να εξηγηθούν στον κόσμο». ….
Το θέμα δεν είναι μόνο τα Ίμια και το Αιγαίο. Εδώ γίνεται ένα μεγαλύτερο παιχνίδι που παίζεται σε μια πολύ μεγαλύτερη σκακιέρα. Και όταν είσαι μέρος αυτού του παιγνίου που παίζεται στην ευρύτερη περιοχή, πρέπει να ξέρεις ποιο είναι αυτό το παιχνίδι που παίζεις. Δεν πας να παίξεις σκάκι με ζάρια… Πρέπει να ξέρεις το παιχνίδι και τους όρους του. Έχει γίνει αυτό κατανοητό; Έχει εξηγηθεί όλο το εύρος των πολιτικών ζυμώσεων που γίνονται στην περιοχή μας, από τη Βοσνία, το Κόσοβο, τη Βουλγαρία, στο Ιράν και στο Ιράκ, και τι γίνεται εκεί πέρα και ποιος είναι ο δικός μας ο ρόλος και με ποιους όρους θα παίξουμε αυτό το παιχνίδι;»
(……)

«Μέχρι τώρα έχουμε δει ότι παρά το γεγονός ότι έχουμε στηρίξει τη λεγόμενη ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, η Τουρκία όχι μόνο δεν έχει δώσει δείγματα καλής συμπεριφοράς απέναντί μας, αλλά έχει σκληρύνει και τη στάση της. Όπως είπα και πριν, εάν πιστεύουμε ότι η πολιτική μας δεν έχει αποδώσει και δεν έχει οδηγήσει την Τουρκία σε μια αλλαγή συμπεριφοράς απέναντί μας, θα πρέπει να εξετάσουμε τα αίτια. Ποιοι ήταν οι συγκεκριμένοι πολιτικοί χειρισμοί, οι οποίοι ευθύνονται για αυτήν την κατάσταση. Και νομίζω ότι τελευταία πυκνώνουν οι φωνές στη χώρα μας που λένε: ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας ναι, αλλά υπό προϋποθέσεις».

Ερώτηση: Το casus belli με την Εθνική Τράπεζα σε ρόλο επενδυτή στην Τουρκία, πώς το βλέπετε;

«Το θέμα του επενδυτή στην Τουρκία είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Εδώ έχουμε ένα πρωθύστερο. Προσωπικά είμαι υπέρ της εξωστρέφειας, και οφείλουν και το τραπεζικό μας σύστημα και οι εταιρίες μας, ο ιδιωτικός τομέας, να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες. Αλλά η οικονομική εκμετάλλευση των ευκαιριών γίνεται κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Μια βασική προϋπόθεση είναι ότι ανοίγεις οικονομικές συνεργασίες με μία χώρα όταν υπάρχουν ομαλές πολιτικές συνθήκες. Όταν λοιπόν έχεις το casus belli, μια διεκδικητική στάση της Τουρκίας απέναντί σου, πώς επενδύεις ένα τεράστιο κεφάλαιο σε αυτήν τη χώρα; Μπαίνεις ουσιαστικά σε ένα καθεστώς ομηρίας, διότι αναπτύσσεις οικονομικές υποχρεώσεις και συμφέροντα σε μία χώρα και η πολιτική κατάσταση μπορεί να σου ανατρέψει τα πάντα. Το casus belli δε νομίζω ότι μπορεί να υπάρχει, και σ” αυτό πρέπει να επανέλθουμε και να επιμένουμε, γιατί δεν μπορεί μία χώρα η οποία θέλει να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διατηρεί το casus belli, το οποίο είναι αντίθετο προς τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και τη Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών. Ο Ο.Η.Ε. απαγορεύει όχι μόνο τη χρήση βίας, αλλά και την απειλή χρήσης βίας. Και αυτό νομίζω ότι είναι ένας από τους όρους που πρέπει να μπουν στο τραπέζι. Το θέμα της Εθνικής Τράπεζας με απασχολεί. Νομίζω ότι η λογική πορεία που πρέπει να ακολουθήσει κανείς είναι το άνοιγμα στις νέες αγορές, όταν, όμως, το πολιτικό ρίσκο είναι λογικό. Όταν το πολιτικό ρίσκο είναι υψηλό, υπάρχουν ερωτηματικά. Υπάρχει μια άλλη θεωρία ότι, ακριβώς επειδή υπάρχουν αγεφύρωτες πολιτικές διαφορές μεταξύ των χωρών, υπεισέρχονται οι οικονομικές επενδύσεις και η αλληλοδιείσδυση της οικονομίας των χωρών, δημιουργείται μία νέα οικονομική κατάσταση, κάτω από μια παγκόσμια εποπτεία – ουσιαστικά αμερικανικού κεφαλαίου – η οποία με τη σειρά της θα αλλοιώσει τις πολιτικές θέσεις των κρατών. Και αυτή είναι η θεωρία του Paul Wolfowitz που ήταν ο κατεξοχήν θεωρητικός του πολέμου στο Ιράκ, ως υφυπουργός άμυνας των ΗΠΑ, ο οποίος τώρα είναι Διοικητής της Παγκόσμιας Τράπεζας και – όλως τυχαίως, λέω εγώ – ανακοίνωσε προχθές πως η Παγκόσμια Τράπεζα χαιρετίζει την οικονομική συνεργασία της Εθνικής Τράπεζας με την Finansbank, διότι αυτό θα βοηθήσει στη σύγκλιση της Τουρκίας με την Ευρώπη και, μάλιστα, αγοράζει μετοχές της τουρκικής τράπεζας, για να βοηθήσει αυτήν τη συμφωνία. Άρα όλο αυτό το πράγμα εντάσσεται σε μια θεωρία ότι η οικονομική διείσδυση γίνεται, όχι γιατί έχει εξομαλυνθεί το πολιτικό κλίμα, αλλά ακριβώς επειδή υπάρχει τέτοιο κλίμα, με τα νέα οικονομικά συμφέροντα, και τις νέες οικονομικές ισορροπίες που θα δημιουργηθούν στην ευρύτερη περιοχή, τότε και οι πολιτικές των χωρών θα καμφθούν και θα αλλάξουν. Γιατί είναι γνωστό που πάμε: η πίεση η οποία εξασκείται είναι για να δημιουργηθεί μία ενιαία οικονομική αγορά στην ευρύτερη περιοχή και ένα ενιαίο τουριστικό περιβάλλον στο Αιγαίο.»
(……)
«Ελπίζω τα πράγματα να μην πάνε όπως τα φοβόμαστε και να έχουμε ένα καλό καλοκαίρι.»

Print this pageEmail this to someoneShare on FacebookTweet about this on TwitterPin on PinterestShare on Google+Share on LinkedIn