ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Κύριοι συνάδελφοι, χθες και σήμερα εδώ στη Βουλή εγκαινιάζουμε μια νέα διαδικασία κύρωσης του γενικού ισολογισμού του κράτους και του απολογισμού.
Πιστεύω ότι είναι μια κορυφαία διαδικασία που προσεγγίζει την πολιτική σημασία της έγκρισης και της ψήφισης του προϋπολογισμού. Φοβάμαι ότι η σημασία αυτή δεν έχει γίνει κατανοητή στο Σώμα και αυτό φαίνεται και από τη σχετικά πενιχρή παρουσία συναδέλφων σήμερα στην Αίθουσα.
Λυπάμαι ιδιαίτερα γιατί η Νέα Δημοκρατία αποφάσισε να αποχωρήσει απ΄ αυτήν τη συζήτηση. Συμμερίζομαι την άποψή της ότι η έγκαιρη κατάθεση της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου θα ήταν ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο στις εργασίες της ειδικής επιτροπής, αλλά αυτό δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στις εργασίες και της επιτροπής και της Ολομέλειας. Άλλωστε στην επιτροπή κάναμε, πιστεύω, σοβαρή δουλειά χωρίς τη βοήθεια αυτής της έκθεσης.
Θα πρέπει ως Ολομέλεια να ζητήσουμε από το Ελεγκτικό Συνέδριο, του λοιπού, να καταθέτει εγκαίρως την ετήσια έκθεση, έτσι που να μπορούμε να αντλούμε στοιχεία απ’ αυτήν την έκθεση στην εκπόνηση του δικού μας πορίσματος.
Θα είχα πολλά σχόλια να κάνω πάνω στις παρατηρήσεις του εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας. Θέλω να πω σ’ αυτό το σημείο ότι από τεχνική άποψη, αν και δε συμφωνώ με τα πολιτικά συμπεράσματα, ο κ. Ρεγκούζας έχει κάνει μία άψογη προετοιμασία. Νομίζω ότι, αν ήταν παρών, θα είχαμε ένα γόνιμο διάλογο ανάμεσα στα ερωτήματα που ο ίδιος έχει θέσει, στις απαντήσεις που έχει δώσει το Υπουργείο Οικονομικών και στις δικές μας απόψεις. Δεν το βρίσκω, λοιπόν, σκόπιμο να μπω σε αυτό το θέμα αν και αυτή ήταν η πρόθεσή μου.
Θέλω γενικά να πω ότι η εισήγηση του κ. Μαντέλη με καλύπτει πλήρως και δε χρειάζεται να επαναλάβω αυτά τα οποία λεπτομερώς έχει εκθέσει ο ίδιος.
Θέλω μόνο να περιοριστώ σε τέσσερα θέματα, τα οποία θεωρώ σημαντικά και να κάνω αντίστοιχα τέσσερις προτάσεις, για να βελτιωθεί η διαδικασία της κύρωσης του απολογισμού και του ισολογισμού στα επόμενα έτη.

Το πρώτο θέμα που θέλω να θίξω αφορά στις εργασίες της ειδικής επιτροπής. Έχω συμμετάσχει σε πολλές επιτροπές του Κοινοβουλίου. Πρέπει να πω ότι το τεχνικό επίπεδο των συζητήσεων στην ειδική επιτροπή ήταν ιδιαίτερα υψηλό, ότι όλοι οι συνάδελφοι δούλεψαν σκληρά, χωρίς καμία τεχνική στήριξη. Νομίζω, όμως, ότι όλες οι εισηγήσεις χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα υψηλών προδιαγραφών τεχνικές προσεγγίσεις σ’ ένα πολύ δύσκολο θέμα.
Όμως, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε έτσι. Είναι απαραίτητο και αναγκαίο η επιτροπή αυτή να έχει τεχνική στήριξη από εμπειρογνώμονες.
Γνωρίζω τις ανησυχίες του Προέδρου της Βουλής ότι αυτό μπορεί να δημιουργήσει προηγούμενο για τεχνικές γραμματείες και στις άλλες επιτροπές. Όμως, αυτή η επιτροπή είναι κάτι ξεχωριστό. Άλλωστε, είναι ειδική επιτροπή. Χρειαζόμαστε –και επανέρχομαι σ’ αυτό το αίτημα- δύο ή τρεις εμπειρογνώμονες οι οποίοι θα παρακολουθούν τις εργασίες της ειδικής επιτροπής και θα βοηθούν τα μέλη της στη διερεύνηση των θεμάτων που προκύπτουν. Τα μέλη αυτά, οι εμπειρογνώμονες αυτοί, μπορούν να ενταχθούν διοικητικά, αν ο Πρόεδρος της Βουλής το επιθυμεί, στην Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής, αλλά πρέπει να είναι στη διάθεση του Προέδρου και των μελών της ειδικής επιτροπής, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο έργο μας. Δεν μπορεί η τεχνική αυτή στήριξη να έρχεται μόνο από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, γιατί στο κάτω-κάτω το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους είναι ένας ελεγχόμενος οργανισμός από την επιτροπή. Η επιτροπή χρειάζεται να έχει τους δικούς της εμπειρογνώμονες για να διερευνήσουν τεχνικά θέματα.
Επίσης, όσον αφορά τις εργασίες της επιτροπής, δεν μπορεί να ολοκληρωθεί συζήτηση εις βάθος σε δύο ή τρεις συνεδριάσεις της επιτροπής. Η επιτροπή αυτή πρέπει να συνεδριάζει τακτικά, κάθε μήνα, και να παρακολουθεί την εξέλιξη των δαπανών, να κάνει τις παρατηρήσεις της και να έχει όσες συνεδριάσεις χρειάζονται για να επιτελεί το έργο της αποτελεσματικά.
Και θα χρειαστεί η Επιτροπή να βγάλει ένα προσωρινό πόρισμα, έναν προσωρινό απολογισμό μετά από έξι μήνες εκτέλεσης του προϋπολογισμού και να καταθέσει αυτό το πόρισμα στην Ολομέλεια της Βουλής πριν από τις θερινές διακοπές, για να δούμε αν η εξέλιξη των δαπανών γίνεται σύμφωνα με τον προϋπολογισμό και αν υπάρχουν υπερβάσεις να κατατεθεί και συμπληρωματικός προϋπολογισμός, για να καλύψει υπερβάσεις δαπανών, αν τέτοιες υπάρχουν.
Μόνο τότε, κύριε Πρόεδρε, η ειδική επιτροπή θα μπορέσει να αντεπεξέλθει στο έργο που της έχει ανατεθεί, δηλαδή στο συστηματικό έλεγχο των δαπανών που έχουν προϋπολογισθεί.
Έτσι λοιπόν όσον αφορά το πρώτο θέμα «εργασίες της επιτροπής», προτείνω:

Πρώτον, σύσταση μικρής ομάδας εμπειρογνωμόνων στη διάθεση της ειδικής επιτροπής.

Δεύτερον, οι συνεδριάσεις να είναι όσες χρειάζονται σε αριθμό για να παρακολουθείται η πορεία των δαπανών και

Τρίτον, να κατατίθεται προσωρινό πόρισμα απολογισμού μετά από έξι μήνες και αυτό το πόρισμα να συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής και αν χρειαστεί να γίνεται συμπληρωματικός προϋπολογισμός.

Το δεύτερο θέμα αφορά στις έννοιες και στους ορισμούς σχετικά με το χρέος, το έλλειμμα, τον προϋπολογισμό, τον απολογισμό. Τι συμπεριλαμβάνουμε, ποια στοιχεία συμπεριλαμβάνουμε στο γενικό απολογισμό του κράτους; Ποια στοιχεία περιλαμβάνουμε στην έννοια του ελλείμματος; Υπάρχει σύγχυση, υπάρχει χάος, υπάρχουν αντιφατικοί ορισμοί και έτσι όχι μόνο ο πολίτης, αλλά ακόμα και οι ειδικευμένοι οικονομολόγοι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τη συζήτηση.
Η έννοια του ελλείμματος μπορεί να προσεγγιστεί από μια μονεταριστική πλευρά όσον αφορά την κυκλοφορία του νομίσματος. Είναι άλλος αυτός ο ορισμός. Η έννοια του ελλείμματος μπορεί να προσεγγιστεί από την πλευρά της δημοσιονομικής πολιτικής. Άλλος είναι αυτός ο ορισμός και άλλα στοιχεία θα συμπεριλάβουμε σ΄ αυτήν την έννοια.
Τέλος, η έννοια του ελλείμματος μπορεί να εμπεριέχει πολιτική αναδιανομής του εισοδήματος. Και εκεί άλλα στοιχεία θα μπουν και άλλα στοιχεία δεν θα μπουν.
Θα πρέπει επιτέλους να καταλήξουμε σε ορισμούς πάνω στους οποίους θα γίνεται αυτή η εργασία.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Θα μου δώσετε δύο λεπτά ακόμη, κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Βεβαίως.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Στην επιτροπή είχαμε προσεγγίσει αυτά τα θέματα και νομίζω ότι είχαμε σχεδόν καταλήξει σε μια γενικότερη συμφωνία. Αν είχαμε χρόνο στην επιτροπή νομίζω ότι θα μπορούσαμε να είχαμε φτάσει σε μια γενικότερη συμφωνία έτσι που να λειτουργούμε πάνω σε συμφωνημένους ορισμούς και να μην υπάρχει διαφορά αναμεταξύ μας, πώς θα μετρήσουμε το δημόσιο χρέος, πώς θα μετρήσουμε το έλλειμμα, τι θα συμπεριλάβουμε από τους εξωλογιστικούς λογαριασμούς του δημοσίου, τι θα κάνουμε με τους ειδικούς λογαριασμούς, αν θα μπουν στο γενικό ισολογισμό του κράτους είτε όχι.

Η πρότασή μου είναι η εξής:
Η ειδική επιτροπή να συνεδριάσει αμέσως και με τη βοήθεια του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους αλλά και της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας να επεξεργαστεί ένα εγχειρίδιο της Βουλής με τους ορισμούς τους οποίους θα ακολουθήσει το Σώμα για να είμαστε σαφείς τι συμπεριλαμβάνουμε ή τι δεν συμπεριλαμβάνουμε όταν μιλάμε για έλλειμμα, όταν μιλάμε για δημόσιο χρέος, όταν μιλάμε για ισολογισμό, όταν μιλάμε για απολογισμό.
Υποβαθμίζουμε τον πολιτικό μας λόγο όταν οι διαφωνίες είναι πάνω σε ορισμούς που δεν τις καταλαβαίνει ο πολίτης. Επιτέλους θα πρέπει να συμφωνήσουμε πάνω σε ποια βάση θα εξετάσουμε τους αριθμούς και πάνω σε ποια βάση θα κάνουμε την πολιτική συζήτηση.
Το εγχειρίδιο αυτό μπορεί νομίζω να κυκλοφορήσει συντομότατα στη Βουλή και θέλω να είναι έκδοση της Βουλής και όχι Υπουργείου για να έχει ακριβώς το κύρος της συμμετοχής όλων των κομμάτων σε κοινούς ορισμούς.

Το τρίτο θέμα που θέλω να θίξω αφορά τον έλεγχο των δαπανών. Τώρα, εάν παρακολουθήσουμε μόνο την εξέλιξη των δαπανών που προβλέπονται στον προϋπολογισμό, ελέγχουμε μόνο ένα μέρος των δαπανών. Πολλές από τις δαπάνες οι οποίες υπάρχουν στον προϋπολογισμό, είναι δαπάνες που είναι αποτέλεσμα δεσμεύσεων της Κυβέρνησης σε προηγούμενα έτη. Όταν πληρώνουμε τοκοχρεολύσια είναι μια ανελαστική δαπάνη λόγω δέσμευσης απόφασης της Εκτελεστικής Εξουσίας, η οποία λήφθηκε μερικά χρόνια πριν. Η απόφαση όμως για σύναψη δανείου δεν περνάει μέσα από τον έλεγχο του Κοινοβουλίου. Σήμερα συνάπτουμε ένα δάνειο, αλλά οι δαπάνες θα είναι αργότερα. Έτσι, λοιπόν, μπαίνει το θέμα πώς θα ελέγχουμε διοικητικές πράξεις, πράξεις εκτελεστικής εξουσίας που αφορούν στη σύναψη δανείου. Δεύτερον, πώς θα ελέγχουμε αποφάσεις της Εκτελεστικής Εξουσίας για τα προμέτοχα ή τις προεισπράξεις φόρων. Εάν σήμερα αποφασίσουμε ότι θα εισπράξουμε έσοδα, τα οποία θα ήταν έσοδα μετά από δέκα-δεκαπέντε χρόνια, ουσιαστικά κάνουμε σήμερα δαπάνες σε βάρος προϋπολογισμού του 2010, του 2015, του 2020. Αυτό το θέμα δεν μπορεί να το αποφασίζει κατά τη γνώμη μου μόνο η εκτελεστική εξουσία. Χρειάζεται έλεγχος και έγκριση από το κοινοβουλευτικό Σώμα.
Όταν, λοιπόν, λέμε έλεγχο δαπανών δεν πρέπει να πάρουμε μία στενή έννοια ελέγχου δαπανών, αλλά θα πρέπει να δούμε και έλεγχο πράξεων της εκτελεστικής εξουσίας που δημιουργεί υποχρεώσεις για δαπάνες και στο μέλλον. Και αυτό με φέρνει στο τέταρτο θέμα που αφορά τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου χρέους.
Η Κυβέρνηση, το κράτος δεν έχει μόνο δημόσιο χρέος, αλλά έχει και περιουσία. Όταν η εκτελεστική εξουσία ρευστοποιεί μια περιουσία, ιδιωτικοποιεί κάποια ακίνητα και χρησιμοποιεί το προϊόν αυτής της ιδιωτικοποίησης στη μείωση του χρέους, τι γίνεται; Μειώνεται το χρέος, αλλά μειώνεται και η δημόσια περιουσία. Αυτή είναι μία πολιτική πράξη, η οποία έχει πλουσιότατο οικονομικό, αλλά και πολιτικό περιεχόμενο. Εάν η Κυβέρνηση αποφασίζει χωρίς προέγκριση του Κοινοβουλίου, υπάρχει πρόβλημα. Και όσο συρρικνώνεται η σημασία του κρατικού προϋπολογισμού και όσο αυξάνονται οι δαπάνες ή οι δραστηριότητες δημοσίων οργανισμών ή ανωνύμων τώρα εταιρειών, οι οποίοι διαχειρίζονται την περιουσία του δημοσίου και εισπράττουν έσοδα από αυτά τα οποία δεν ελέγχονται κατευθείαν μέσω του προϋπολογισμού, αλλά τα βλέπουμε μόνο στον ισολογισμό -αν στον ισολογισμό έχουν ενταχθεί αυτά τα έσοδα- τότε ουσιαστικά παρακάμπτεται ο κοινοβουλευτικός έλεγχος.
Η πρότασή μου -και με αυτό τελειώνω, κύριε Πρόεδρε- είναι να δοθούν κατευθύνσεις στην ειδική επιτροπή πώς θα χειριστεί στην ευρύτερη έννοια το θέμα των δαπανών, της διαχείρισης της περιουσίας και του δημόσιου χρέους μαζί. Αυτές οι κατευθύνσεις δεν μπορούν να δοθούν παρά μόνο από την –κατά τη γνώμη μου- Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων που πρέπει να συζητήσει αυτό το θέμα και να το φέρει στην Ολομέλεια όσο γίνεται πιο γρήγορα έτσι που η Ολομέλεια της Βουλής να αντιμετωπίσει αυτό το μέγιστο πολιτικό θέμα που προκύπτει, του κοινοβουλευτικού ελέγχου της διαχείρισης της δημόσιας υπηρεσίας και του δημόσιου χρέους.
Αυτές είναι οι τέσσερις προτάσεις μου, κύριε Πρόεδρε, και σας ευχαριστώ για την ανοχή σας.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ)

Print this pageEmail this to someoneShare on FacebookTweet about this on TwitterPin on PinterestShare on Google+Share on LinkedIn